Τρίτη, Σεπτεμβρίου 06, 2005

City girl.01

Πώς ξεκινάει καλά μια μέρα; Ξυπνάς με το ζόρι στις 8.00 ενώ δεν κατάφερες να κοιμηθείς παρά στις 6.00. Με κοφτές κινήσεις ρίχνεις παγωμένο νερό στα μούτρα σου. Κοιτιέσαι στον καθρέφτη και παρατηρείς τις μικρές ρυτίδες πλάϊ απ' απ το στόμα σου. Στιγμιαία τις κάνεις πιο έντονες, μ ένα σφιγμένο χαμόγελο. Τις τσεκάρεις και αποφασίζεις εκ νέου πως σε μερικά χρόνια ίσως να χρειαστείς λίφτιγκ.

Πηγαίνεις στην κουζίνα και με προεπιλεγμένες κινήσεις, που έχουν καθοριστεί από χρόνια καταχρηστικών ξυπνημάτων, φτιάχνεις έναν καφέ. Εσπρέσο. (δεν ήταν πάντα αυτός αλλά με τον καιρό σιχάθηκες το στιγμιαίο). Πίνεις μια γουλιά και πατάς το play. Shout. Aretha Franklin. Kαι φωνάζεις. Μαζί της. Είναι 8.15 και μέσα στο τριάρι σου ουρλιάζεις παράφωνα: Kick my heels up and kick my hands up and throw my head back and c'mon now: say you will, say you will... Eυτυχώς που η γρηά γειτόνισσα που τόσο συμπαθείς είναι κουφή-γι αυτό την συμπαθείς. Καλημέρα Ε.

Άλλη μια μέρα, το ανύπαντρο μεγαλοστέλεχος της σούπερ διαφημιστικής εταιρείας θα καλύψει προσεκτικά τους κύκλους κάτω απ τα μάτια με καλής ποιότητας κονσίλερ, αφού βεβαίως κάνει όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι λίγο αφού ξυπνήσουν, είτε είναι άντρες, είτε γυναίκες. Θα χέσει για παράδειγμα. Τόσο για σένα, όσο και για τον Πολωνό ελαιοχρωματιστή του ισογείου, το χέσιμο είναι χέσιμο-ευτυχώς. Είσαι ακόμη άνθρωπος. Θα κατεβάσεις τελετουργικά το βρακί σου, θα καθίσεις πάνω στο κρύο κάθισμα και θα νιώσεις αυτό που θα νιώσει κι ο γείτονας, ελπίζοντας μόνο να μην φοράτε το ίδιο βρακί και με τη σιγουριά πως η δική σου λειτουργία για κάποιο λόγο μυρίζει αλλιώς. Ναι. Διακριτικό άρωμα πετούνιας. Μα δεν μυρίζει η πετούνια ηλίθια! Here I come: Shout!

Η Aretha είναι ασφαλώς στο repeat mode. Τραβάει για χάρη σου πρωινιάτικα, το λούκι της ζωής της η γυναίκα. Δεν πειράζει. Σε λίγο θα οδηγείς νευρικά και θα έχετε ξεχαστεί. Τουλάχιστον για σήμερα. Οι αυτοματοποιημένες κινήσεις συνεχίζονται. Μπαίνεις στη μπανιέρα με ένα αγκομαχητό που μόνο η ίδια είσαι σε θέση να ακούσεις. Ανοίγεις το μπλε ρομπινέ. Η μαμά σου λέει πως το κρύο νερό σφίγγει το δέρμα. Και εσύ θα το σφίξεις το ρημάδι. Θέλει δεν θέλει. Δικαιολογημένα πια φωνάζεις. Έχεις παγώσει. Σύντομα όμως συνηθίζεις κι αρχίζεις να απολαμβάνεις το ράπισμα του νερού. Όπως στο σεξ έτσι και σ αυτή την περίπτωση, πόνος και ηδονή έχουν όρια δυσδιάκριτα. Νιώθεις σχεδόν ευεργετημένη. Καλημέρα Ε. Τι ωραίο όνομα που έχεις κοριτσάκι...

Αντικρίζεις το γυμνό σου είδωλο στον καθρέφτη απέναντι. Ζυγίζεις το στήθος σου στις παλάμες των χεριών σου. Είναι πρησμένο. Ρε μπας και...; Μπα... Ποτέ ο κρίνος-μόνο σε μια περίπτωση, αλλά δεν σε λένε καν Μαρία...

Και τώρα δοντάκια. Λίγη οδοντόκρεμα και ένα πάτημα του κουμπιού κάνουν τη μικρή κεφαλή της ηλεκτρικής σου οδοντόβουρτσας να περιστρέφεται δαιμονισμένα σαν το κεφάλι της ηρωίδας στον Εξορκιστή. Μα τι σκέφτεσαι πρωΐ-πρωΐ; Ένας μικρός αναστεναγμός και αφήνεις το λουτρό στην ησυχία του για λίγο. Μέχρι τη στιγμή που θα συντελεστεί το μικρό πρωινό έπος που ονομάζεται μακιγιάζ.

Υγρές πατημασιές νούμερο 38 στο δάπεδο, θυμίζουν πως αυτό το σπίτι το κατοικεί γυναίκα. Κόρη καλή οικογενείας, με τίτλους σπουδών. Με υψηλό μισθό. Με ασφάλεια ζωής. Με σπίτι. Με αυτοκίνητο. Με αυτόματη προγραμματιζόμενη καφετιέρα για καφέ φίλτρου, που δεν χρησιμοποιείται ποτέ. Με πονοκέφαλο τα πρωινά. Με επαγγελματικές συναντήσεις και σαλάτες niçoise τα μεσημέρια. Με γυμναστήριο και καφέ μαζί με φίλες τα απογεύματα. Με σπαγγέτι αλ πέστο, πανακότες, μαργαρίτες και πρόσκαιρους έρωτες τα βράδια. Χωρίς ησυχία. Χωρίς ύπνο.

Στο μεταξύ ο καφές στο φλιτζάνι έχει χλιαρύνει. Όπως πολλά στη ζωή, έτσι κι αυτός. Γρήγορα χάνει την αρχική του θέρμη. Θα τον πιεις έτσι. Χλιαρό. Όπως και όλα τα υπόλοιπα. Δεν υπάρχει λόγος αντίδρασης πια. Ορισμένα πράγματα καλύτερα να τα καταπίνει κανείς και να πηγαίνει παρακάτω. Μαζί με το πρωινό σου ντεπόν, την πρωινή σου βιταμίνη και το πρωινό αντισυλληπτικό σου χάπι, θα καταπιείς και τον πρωινό χλιαρό σου καφέ. Η θα φτιάξεις έναν άλλο. Καλή ιδέα, αλλά βαριέσαι.

Ανάβεις ένα τσιγάρο και πριν το καταλάβεις κι ένα ακόμη. Δύο τσιγάρα. Το ένα το καπνίζεις και το άλλο το βλέπεις να καίγεται, γελώντας γι άλλη μια φορά με την αφηρημάδα σου. 8.45. Κι είσαι ακόμη εδώ. Δεν πειράζει. Θα βρεις μια καλή δικαιολογία. Θα το στείλεις αργότερα το προσχέδιο για το φλάϊερ. Δεν θα πάθουν τίποτα αν περιμένουν μια ωρίτσα. Άλλωστε θα ζητήσουν σίγουρα κι άλλο-οπότε τι ανησυχείς; Βυθισμένη στον κατακόκκινο καναπέ σου και τις αγουροξυπνημένες σκέψεις σου χασμουριέσαι θεαματικά. Τρίβεις τα πονεμένα σου μάτια και προσπαθείς να βάλεις σε τάξη τα επιχειρήματα σου για να αντιμετωπίσεις αυτό το στρυφνό creative που θα σου κάνει πάλι το ζόρικο για να δεχτεί να του δώσεις μπριφ για νέο πελάτη. Έχει πολλή δουλειά-δεν προλαβαίνει. Γιατί; Προλαβαίνεις εσύ;

Αν άρχιζες να μιλάς μόνη σου τα πρωινά θα ήσουν τρελή; Τότε γιατί βάζεις τσίτα τη μουσική κάθε πρωί; Γιατί κάνεις θόρυβο ανοιγοκλείνοντας τα ντουλάπια της κουζίνας; Γιατί αφήνεις μικρούς ήχους στην παραμικρή σου κίνηση μέσα στο άδειο σπίτι; Κάποιος λόγος θα υπάρχει. Υπάρχει-το ξέρεις, αλλά καλύτερα να ετοιμαστείς γιατί θ αργήσεις. 8.55.

Η χαοτική ντουλάπα σου χαίρεται που σε ξαναβλέπει Ε. Δεν έχεις ρούχα. Αυτή η διαπίστωση πάει σετ με το πρωινό σου εδώ και χρόνια. Σετ με τις στιγμές που αγοράζεις μανιωδώς φούστες και παντελόνια. Και πουκάμισα. Και μπλούζες. Και σύνολα. Και φορέματα. Και παπούτσια. Και καλλυντικά. Και κοσμήματα. Για κάποιο λόγο ενώ 'τίποτα δεν έχω γαμώτο' πρέπει ανάμεσα στα υπόλοιπα να αγοράσεις και μια έξτρα ντουλάπα. Η χωνευτή τίγκαρε. Τελικά υπάρχει Θεός. Και ένα καινούργιο σετ εσώρουχα.

Άργησε λίγο σήμερα αλλά ήρθε πάλι. Η ώρα της αλήθειας. Ένα κάρο μισοχρησιμοποιημένα καλλυντικά σε περιμένουν για να σου πουν κι αυτά καλημέρα. Καλημέρα κυρία clinique. Καλημέρα μάσκαρα, ρουζ, μολύβια, σκιές. Καλημέρα μικρά χρωματιστά ψέματα. Είσαι έτοιμη. Μένει το καθοριστικό φιλί που μεταφέρεις εντός να πάρει θέση στα χείλια σου. Το κόκκινο πουτανέ κραγιόν σου όσο ποτέ ετοιμοπόλεμο κι εσύ όσο ποτέ ανήμπορη να του παραδοθείς αμαχητί.

Μικρές σιωπηλές στιγμές επανέρχονται στην κάθε μέρα σου, για να σου θυμίσουν πόσο περιέχεται μέσα σου ο χρόνος που σε φιλοξενεί. Δεν αλλάζει αυτό-δεν θα πάψει ποτέ. Όπως δεν θα πάψουν ποτέ να σε πονάνε τα βροχερά πρωινά σου, έτσι δε θα πάψεις ποτέ να ψάχνεις τα κλειδιά σου πριν φύγεις, ενώ τα έχεις στην τσέπη σου. Το cd σώπασε. Λογικό. Όσο φώναξες-φώναξες. Χωρίς μουσική τώρα. Χωρίς λόγια.

Λεωφόρος Κηφισίας. Ώρα 9.30. Καλημέρα Ε.

4 σχόλια:

Anonymous Ανώνυμος είπε...

Θαυμαστό.

3:51 π.μ.  
Blogger CD είπε...

μου θύμισε πολύ εμένα αλλά μου λείπει ακόμα η εσπρεσσιέρα..όμορφο

8:31 π.μ.  
Blogger xryc agripnia είπε...

Ερωτηση:Μυριζει η πετουνια?

9:27 μ.μ.  
Blogger mindstripper είπε...

Όλα τα λεφτά η Aretha. Πολύ καλό.

11:30 π.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

επιστροφή