Πέμπτη, Απριλίου 19, 2007

Advice to self

Σιωπηλός είναι καλύτερα. Σκέφτεσαι περισσότερο και καταλαβαίνεις. Τι νιώθεις.

Σιωπηλός είναι καλύτερα. Έτσι, κανείς δεν προσέχει πού κοιτάς, ούτε προσπαθεί να υποψιαστεί τι περνάει απ’ το μυαλό σου. Σχεδόν παύεις να είσαι στο οπτικό του πεδίο γι αυτό όταν φύγεις δεν χρειάζεται να δώσεις λογαριασμό πού πας. Η απόφαση, όλη δική σου.

Σιωπηλός είναι καλύτερα. Φοβάσαι λιγότερο. Μάλλον επειδή ξέρεις πιο πολλά.
Για σένα.


συνέχεια

Κυριακή, Απριλίου 15, 2007

Back again

Τις Κυριακές, αφού έχεις κοιμηθεί πολύ και μετά από μια σύντομη αδιαθεσία μπορεί και να βρεις έναν καλό λόγο να επιστρέψεις. Μπορεί και όχι...



συνέχεια

Δευτέρα, Αυγούστου 07, 2006

Δε βαριέσαι...

Μπορεί τελικά να είμαι πολύ τεμπέλης για να αφοσιωθώ σε κάτι σοβαρά ή μπορεί απλά να μην έχω την ικανότητα να γράφω όπως θα ήθελα. Σκέφτηκα λοιπόν, ότι ίσως τελικά τα λόγια (μου) να είναι περιττά. Γι’ αυτό το έριξα στις εικόνες - έτσι θα με βρείτε σε κοντινή αυλή (κι ας είναι κάπως δυσάρεστο να αναδιπλώνεται κανείς για να υπάρξει). Εσείς οι λίγοι που έρχεστε εδώ, περάστε κι από εκεί και διαδώστε πως είμαι φιλόξενος. Ή όχι.

(παρεμπιπτόντως, καλές διακοπές!)




συνέχεια

Τετάρτη, Ιουνίου 28, 2006

Σπίτι

Όπως όλοι κάπου επιστρέφεις, όταν, απροσδιόριστο γιατί, το βάρος στην καρδιά είναι τόσο, που δεν ξέρεις πώς προέκυψε. Απλώς ξυπνάς ένα πρωΐ κι όλα σε φοβίζουν τόσο, ώστε το μόνο που μοιάζει ικανό να σε ανακουφίσει είναι η επιστροφή. Εκεί όπου ανήκεις. Στον τόπο απ’ όπου αναχώρησες μη θέλοντας να είσαι μέρος του, επειδή τότε σου φαινόταν ακατάλληλος. Επειδή ένιωθες καλύτερα πιστεύοντας πως είσαι αταίριαστος. Μια μέρα τα χρόνια έχουν περάσει και τίποτα δεν έχει σημασία. Ούτε οι φίλοι, ούτε οι εχθροί. Ούτε ο αγώνας για καταξίωση κι επιβεβαίωση, ούτε η αμφισβήτηση κι η επανάσταση. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι λιγότερες τρύπες στην ψυχή σου. Ο εαυτός που έχεις ξοδέψει, πάει-τέλειωσε. Όσος σου απόμεινε, πάρτον και γύρνα πίσω. Εκεί όπου ακόμη και μόνος σου θα νιώσεις πάλι ασφαλής.

Στην Κ.


συνέχεια

Τρίτη, Μαΐου 02, 2006

Γιατί είσαι εδώ v.u.e.;

Να μια καλή ερώτηση. Ήρθε σήμερα μπρος μου σαν επισκέπτης όταν διάβασα το σχόλιο στο προηγούμενο ποστ μου. Είναι μια ερώτηση στην οποία θα επιχειρήσω να δώσω απάντηση. Όχι από υποχρέωση· όχι επειδή ρωτήθηκα και το σύμπλεγμα του καλού παιδιού που με κατατρύχει με αναγκάζει να το κάνω. Θα απαντήσω απλώς σε μια ερώτηση που ο ίδιος έχω ήδη κάνει στον εαυτό μου πολλές φορές.

Όταν ξεκίνησα να γράφω εδώ –πριν από λίγες μέρες έκλεισε ένας χρόνος- ήθελα να κοινοποιήσω πόσο πολύ με πονούσε που έπρεπε να αποχωριστώ το σκύλο μου. Ακούγεται αστείο αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Θυμάμαι πως είχα βουρκώσει βλέποντας τον να κοιμάται στην πορτοκαλί του πολυθρόνα και ασυναίσθητα, χωρίς καμιά επίφαση σοβαρότητας, δίχως εμμονές αναφορικά στο ύφος, έγραψα πέντε αράδες για το πώς βίωνα το γεγονός.

Η σχέση μου με τα blogs προϋπήρχε. Είχα ήδη καταναλώσει ώρες επί ωρών διαβάζοντας, συμφωνώντας, διαφωνώντας, κρίνοντας ή επικροτώντας γραπτά άλλων ανθρώπων που δε γνώριζα και οι οποίοι χωρίς την ιδιότητα του συγγραφέα είχαν καταφέρει να μου εξάψουν το ενδιαφέρον ώστε να τους παρακολουθώ σιωπηλά.

Η αρχή λοιπόν έγινε κάπως έτσι – μέσα από μία πραγματική συνθήκη που όριζε από τη μία πως κάτι θέλω να μοιραστώ, κι από την άλλη, πως κι εγώ, έχω ένα ελεύθερο βήμα που λειτουργεί έξω από περιορισμούς και προδιαγραφές. Και απλώς ακολούθησα κινήσεις. Δεν ήξερα πως με κάθε next που πατούσα ερχόμουν πιο κοντά σ’ αυτό που συμβαίνει σήμερα ή μάλλον πως το σήμερα μου θα σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με μια αυθόρμητη κίνηση που έκανα ένα χρόνο πριν.

Ξέροντας τον εαυτό μου, η βεβαιότητα που κυριαρχούσε εντός μου ψιθύριζε πως αυτό που ξεκινώ θα έχει μικρή διάρκεια ζωής. Μερικούς μήνες μετά η πραγματικότητα με διαψεύδει. Όχι μόνο υπάρχω εδώ έστω και μέσα από μια σποραδική παρουσία, αλλά το blogging έχει μπει για τα καλά στην καθημερινότητα μου. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν ξέρω ποια είναι η άποψη των λίγων bloggers που έχω γνωρίσει για μένα• για μένα ως άνθρωπο και για μένα ως γραπτό. Και ασφαλώς πέρασα από πολλές φάσεις. Απ’ το «με νοιάζει» στο «δε με νοιάζει» κι απ’ το «θέλω επισκεψιμότητα και διάδραση» στο «αυτό είναι το ημερολόγιο μου κι εδώ γράφω όταν έχω κάτι να πω άσχετα από το feedback που θα έχω».

Δε θα πω κάτι καινούργιο, το ξέρω, όμως εδώ οφείλω να υπογραμμίσω ότι κάθε στάση που υιοθέτησα διαμορφώθηκε από τη στιγμή κατά την οποία την υιοθέτησα και προσδιορίστηκε, όπως είναι φυσικό, από τη συνολική μου πραγματικότητα. Κι όπως η πραγματικότητα μου είναι υπαρκτή, τρέχει κι αλλάζει, έτσι κι η σχέση μου με το blog μου βρίσκεται σε εξέλιξη. Όσο για την ιστο-συμπεριφορά μου εν γένει, αυτή πήρε διαφορετικό δρόμο κατά περίπτωση. Στο πλαίσιο ενός πειραματισμού μάλιστα, για το εάν και κατά πόσο το αμπαλάζ μπορεί να επηρεάσει την πρόσληψη που μπορεί να έχει το γραπτό του καθενός από ένα σύνολο που απαρτίζουν οι ίδιοι πάνω-κάτω αναγνώστες, ξεκίνησα και εξακολουθώ να υπάρχω στην blogόσφαιρα και μέσα από μία ακόμη ιστο-ταυτότητα (όσοι από εσάς με μυριστήκατε, μπράβο σας). Πιθανόν η παραδοχή μου αυτή να ενοχλήσει κάποιους που θα σπεύσουν να με χαρακτηρίσουν ασυνεπή, διπλοπρόσωπο ή ανήθικο, ειδικά μέσα στο κάδρο μιας ιδιάζουσας ηθικής η οποία προάγεται για να επιβεβαιώσει μόνον ότι εδώ μέσα δεν αποτελούμε άλλο από μία μικρογραφία της κοινωνίας της οποίας αποτελούμε οργανικό κομμάτι, είτε το επιθυμούμε [οι εφυσηχασμένοι] είτε όχι [οι παλαιοκομμουνιστές]. Αν κάποιους –λίγους φαντάζομαι- τους ενδιαφέρει να μάθουν πώς το γεγονός αποκωδικοποιείται ως συμπεριφορά μέσα μου, η απάντηση είναι ότι, σε μεγάλο βαθμό αυτό, λειτουργεί ως pj. Ως ιδιωτικό αστείο, ειλικρινές τουλάχιστον για μένα. Κι αυτό μου φτάνει.

Αξίζει να πω, ότι το παραπάνω γεγονός καθόρισε δραματικά το πρίσμα μέσα από τον οποίο βλέπω ο ίδιος το violent unknown event ως τόπο. Όταν το βλέμμα των περισσοτέρων ήταν στραμμένο αλλού, εδώ μέσα βρήκαν χώρο σκέψεις και λόγια που ίσως δεν θα ήταν δίκαιο να αναπνέουν οπουδήποτε αλλού, παρότι στο «αλλού» μου πολλές φορές το ύφος γλίστρησε με αποτέλεσμα κάποιοι που με παρακολουθούσαν από πριν να μου κλείσουν το μάτι πονηρά (ξέρετε ποιοι είστε). Πιο συνοπτικά, αν «εκεί» είναι το σπίτι μου, «εδώ», είναι η οικογένεια μου – κι αυτά τα δύο δε συνδέονται απαραίτητα.

Κοντολογίς, και με την επιδίωξη να βάλω σε μια φράση το «γιατί» μου, θά 'λεγα πως το «σημειωματάριο» αυτό υπάρχει γιατί το χρειάζομαι. Έτσι απλά.


συνέχεια

Τετάρτη, Απριλίου 26, 2006

Kάθοδος

Ανάστροφες πτώσεις μου υποσχέθηκαν μια περιπετειώδη ενηλικίωση. Γι αυτό ταξιδεύω. Σε σιωπηλά βουνά φωνάζω δυνατά και βγάζω από τα σωθικά μου όσον αέρα απομένει στα πνευμόνια μου. Σε ποτάμια που κινδυνεύουν να πεθάνουν πριν από μένα, σκύβω να ξεδιψάσω. Προχωρώ. Κι ακόμη θάλασσες δεν είδα.


συνέχεια

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 10, 2006

Unisex

Στην κεντρική λεωφόρο τα φώτα των αυτοκινήτων κορόιδευαν τη νύχτα. Κατέβαιναν σκόρπια αλλά με ταχύτητα τόση, που φοβόσουν να περάσεις απέναντι. Το φανάρι χαλασμένο. Σταμάτησε μπρος σου με την κίτρινη βέσπα και σου χαμογέλασε. Σου θύμισε από πού γνωρίζεστε. Χάρηκες που ειδωθήκατε. Ομολόγησες πως διστάζεις να διασχίσεις το δρόμο επειδή σε τρομάζουν οι γρήγοροι οδηγοί. Σου πρότεινε να φύγετε μαζί. Ένιωσες ασφαλής. Ανέβηκες και ξεκινήσατε. Πήγατε για φαγητό και μετά για ποτά. Γελούσε δυνατά και κάπνιζε ασταμάτητα. Άφηνες να μιλάει όσο έπινες χαμογελώντας. Όταν επέστρεψες από την τουαλέτα αναγνώρισες την απειλή. Καθόταν στη θέση σου. Είχε παραμερίσει το ποτό σου και κάπνιζε ένα από τα τσιγάρα σου μιλώντας ακατάπαυστα. Μάζεψες το θάρρος σου και πλησίασες. Μπήκες ανάμεσα τους. «Πάμε;», είπες και φύγατε χωρίς δεύτερη λέξη. Προσποιήθηκες πως ξέχασες τα τσιγάρα σου – τα άφησες πίσω σε ανάμνηση της νίκης σου. Ξανά στη βέσπα. Αναχωρητές δίχως προορισμό – στο δρόμο, ώσπου κάτι νέο να σας κινήσει το ενδιαφέρον και να σταματήσετε. Μια υπέροχη νύχτα μπορεί να αξίζει όσο ολόκληρη η ζωή.

Τώρα σε κοιτάζει στα μάτια. ‘Καλύτερα να το αφήσουμε’, ψιθυρίζεις και φεύγεις με βήματα αστεία. Σε παρακολουθεί μέχρι να χαθείς στον υγρό βραδινό ορίζοντα. Δε θα μιλήσετε ποτέ ξανά. Μόλις είπατε αντίο. Όπως όλοι όσοι θέλησαν να πουν πολλά και δεν τα είπαν.


συνέχεια