Πέμπτη, Αυγούστου 18, 2005

16.08.2005 (αυτοπροσωπογραφία)

-από το σημειωματάριο των διακοπών II-

Φρούτα; Μπα, χάλια είναι. Πας για γάλα. Αυτό που είσαι σίγουρος πως σου θυμίζει γεύση απ' τα παλιά, έχει τελειώσει. Μάλλον θυμίζει και σε άλλους το ίδιο. Άλλους που ξυπνούν πριν από σένα στις διακοπές και επιτίθενται στα τοπικά σούπερ μάρκετ. Εσύ όχι. Κοιμάσαι όσο θέλεις και μπαίνεις σ' αυτά αυστηρά μετά τη μία. Λιώμα πάντα. Φυσικά το άδειο βλέμμα σου σταματά συνεχώς εκεί όπου τίποτα δεν σου είναι απαραίτητο. Ασφαλώς ξεχνάς να πάρεις όσα σου ζήτησαν. Ευτυχώς δεν πηγαίνεις ποτέ μόνος. Ψάχνεις για τυριά που η πωλήτρια δεν έχει ξανακούσει και νιώθεις ηλίθιος που δεν σκέφτηκες πριν μιλήσεις. Γιατί δηλαδή πρέπει να έχει πεκορίνο; Με άλλο αλμυρό τυρί δεν θα σου κάτσει το γκρατέν; (Βλάχο, ε βλάχο!)

Η πορεία σου ανάμεσα στις αντηλιακές κρέμες είναι ο θρίαμβος του αναποφάσιστου. Νωρίς το θυμήθηκες ότι χρειάζεσαι μια. Τώρα που κάηκες βλάκα. Ας είναι. Πόσοι βαθμοί προστασίας; Δώδεκα. Αδιόρθωτος. Θέλεις όμως να μαυρίσεις. Να αποκτήσεις σημάδια πρόσκαιρα που θα κάνουν το σώμα σου να μοιάζει καλοκαιρινό. Είναι το ίδιο με το χειμωνιάτικο, μόνο που έχει σκουρύνει μια ιδέα. Σαν τα κέικ που φτιάχνεις χωρίς τέλος. Το μίξερ έχει γίνει προέκταση του χεριού σου. Ένα βιτάμ σε θερμοκρασία δωματίου, ένα ποτήρι ζάχαρη (για να μη γίνει πολύ γλυκό - δεν μας αρέσει), πέντε αυγά, ένα πακέτο κόκκινη φαρίνα, ένα ποτήρι του κρασιού γάλα φρέσκο, το ξύσμα ενός λεμονιού και μια κουβερτούρα τριμμένη έχουν μπει για πάντα και πάντα με αυτή τη σειρά στο μπολ του μυαλού σου. Εκεί ανακατεύονται τα υλικά που πρέπει με τα υλικά που θέλεις.

"Τι άλλο μπορεί να θέλουμε;" Ερμηνεία: Τι άλλο θέλω που νομίζω πως χρειάζομαι; Για να καταλάβεις πως πήγες στο σούπερ μάρκετ πρέπει να βγεις έχοντας ξεχάσει να πάρεις κάτι που ήθελες. Να αφήσεις τους φίλους σου στο αυτοκίνητο και να ξαναμπείς, να κάτσεις στην ουρά δέκα λεπτά επιπλέον για ένα κιλό πατάτες. Αφού επιστρέψεις δεν θα πουν τίποτα. Έχουν αποδεχτεί πόσο ιδιόρρυθμος έχεις αρχίσει να γίνεσαι όσο μεγαλώνεις. Μπορεί και να τους αρέσει. Στη διαδρομή διαβάζεις ένα άρθρο το οποίο λίγες ώρες αργότερα δεν θα θυμάσαι πια και χωρίς να το καταλάβεις έχεις ήδη φτάσει πίσω στο σπίτι. Λιώμα, όσο και στο σούπερ μάρκετ, θα μπεις στη θάλασσα. Χωρίς καρότσι, δίχως να σε νοιάζει τι τυρί θα βάλεις στη θέση του πεκορίνο, αδιαφορώντας για την αισθητική της εικόνας σου.
Η θάλασσα σώματα δεν ξεχωρίζει.

Image Hosted by ImageShack.us
(Στο καλοκαίρι που τελειώνει)

3 σχόλια:

Anonymous Ανώνυμος είπε...

Αυτό που με τρελαίνει στα κείμενά σου είναι η ευγενική, συγκρατημένη μελαγχολία τους, που μου φέρνει στο νου μια φράση του Καρλ Κράους (την ανασύρω από μνήμης, ενδέχεται να μην το είπε ακριβώς έτσι): "όπου δεν υπάρχει κουράγιο ούτε για γέλιο ούτε για κλάματα, το χιούμορ χαμογελάει δακρυσμένο".

Με άλλα λόγια, ένα μεγάλο εύγε!

2:15 π.μ.  
Blogger violent unknown event είπε...

Ευχαριστώ

4:08 μ.μ.  
Blogger violent unknown event είπε...

Ναι

6:53 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

επιστροφή